Η Ελλάδα έχει ακόμα τις μεγαλύτερες ποινές όλης της Ευρώπης στα αδικήματα που αφορούν ναρκωτικά, ενώ οι ασθενείς εξαρτημένοι αποτελούν τον κύριο πληθυσμό των φυλακών.
Επιτέλους, όμως, ετοιμάστηκε ένας νόμος που προσπαθεί να ρυθμίσει με σύγχρονο τρόπο τις κατάφωρες αδικίες και να μειώσει την εγκληματικότητα και την κοινωνική απόρριψη των εξαρτημένων.
Επί δύο χρόνια και πρώτη φορά, μια νομοπαρασκευαστική επιτροπή συνέταξε με πολλή δουλειά και διάλογο ένα νομοσχέδιο που αντιμετωπίζει σύγχρονα, ανθρώπινα και κυρίως αποτελεσματικά τους εξαρτημένους ως προς την ποινική τους μεταχείριση και κυρίως ως προς το δικαίωμά τους στη θεραπεία. Με τα όποια αρνητικά, με τις όποιες στερεότυπες αντιρρήσεις, με όλους τους ειδικούς να συμφωνούν και κυρίως με τα φυλακισμένα παιδιά και τις οικογένειες να περιμένουν με κομμένη την ανάσα να περάσει επιτέλους αυτό το νομοσχέδιο στην ολομέλεια της Βουλής.
Στο πλαίσιο της αναμονής αυτής, κάναμε μια συζήτηση με τον πρόεδρο της 11μελούς νομοπαρασκευαστικής επιτροπής και καθηγητή Ποινικού Δικαίου στο ΑΠΘ Νίκο Παρασκευόπουλο.
Η συζήτηση ήταν αναλυτική και παρουσιάζονται εδώ οι κυριότερες επισημάνσεις του καθηγητή που αφορούν τους 3 βασικούς άξονες του νομοσχεδίου:
1Ο πρώτος και κυριότερος άξονας είναι ότι αναγνωρίζεται ένα δικαίωμα στη θεραπεία των εξαρτημένων που εμπλέκονται στο ποινικό σύστημα. Αυτό τυπικά προϋπήρχε με διατάξεις που σπάνια εφαρμόστηκαν. Το νομοσχέδιο προσπαθεί με διορθωτικές παρεμβάσεις να αναζωογονήσει και να αξιοποιήσει αυτές τις διατάξεις. Εδώ βρίσκεται το κύριο βάρος της επέμβασης που στηρίχτηκε στο εύρημα ότι όταν η απεξάρτηση από τα ναρκωτικά είναι πλήρης και συνοδεύεται με κοινωνικά μέτρα, δηλαδή με κοινωνική πολιτική και ψυχολογική προσέγγιση, τότε είναι αποτελεσματική.
Εχουμε πολλές αξιολογήσεις στο εξωτερικό αλλά και διεθνείς αξιολογήσεις για τη χώρα μας που επιβεβαιώνουν πλήρως το εύρημα. Οσοι απεξαρτήθηκαν ολοκληρώνοντας ένα πλήρες ψυχοθεραπευτικό πρόγραμμα, όχι μόνο έχουν απαλλαγεί από τα προβλήματα υγείας αλλά έχουν ξεφύγει από την εγκληματικότητα και τις πιάτσες. Δεν επαληθεύεται το λεγόμενο ότι η εξάρτηση είναι μια χρόνια υποτροπιάζουσα νόσος. Εάν ο εξαρτημένος κάνει πλήρες πρόγραμμα με ψυχολογική υποστήριξη και κοινωνική επανένταξη, τότε -κι εδώ έχουμε πλούσια εμπειρία- αποκόβεται οριστικά και από τα ναρκωτικά και από το έγκλημα.
Γι' αυτό, από μια επέμβαση η οποία θα εξασφαλίζει ότι αυτός που θα έρθει σε επαφή με το σωφρονιστικό σύστημα θα ωθηθεί και θα διευκολυνθεί να απεξαρτηθεί, ωφελείται όλη η κοινωνία. Απεξάρτηση δεν γίνεται ούτε μόνο με νουθεσίες τύπου «παιδί μου να αφήσεις τα ναρκωτικά» ούτε μόνο με υποκατάστατα, χωρίς φυσικά να υποτιμούμε τη σημασία τους. Προϋπόθεση για την απεξάρτηση είναι να βελτιωθούν οι σχέσεις του ατόμου με τους γύρω του, με την οικογένειά του, με τον εαυτό του και με το περιβάλλον.
Για κάποιον που έχει διαπράξει ένα αδίκημα λόγω της εξάρτησης (όχι τα βαριά αδικήματα) πρέπει μέσα στη φυλακή να υπάρχει μια διαδικασία προετοιμασίας και το κύριο μέρος της θεραπείας να γίνεται εκτός. Το είδος των προγραμμάτων προετοιμασίας μέσα στις φυλακές το αφήνει ο νόμος στα χέρια των ειδικών, μια και η επιλογή αυτή δεν είναι δουλειά του νομοθέτη.
Εκεί όπου υπάρχει θέμα προφυλάκισης, τότε ο νέος νόμος προβλέπει τη δυνατότητα όποιου το επιθυμεί, από την επόμενη κιόλας μέρα της φυλάκισής του, να υποβάλει αίτημα για θεραπεία. Για τρεις εβδομάδες θα γίνεται η πλήρης διάγνωση και σωματική απεξάρτηση και αμέσως μετά θα ακολουθεί η ένταξη σε συμβουλευτική ομάδα. Μόλις οι ειδικοί του προγράμματος διαπιστώσουν ειλικρίνεια στην πρόθεση θεραπείας, θα αποφυλακίζεται για να ολοκληρώσει οποιοδήποτε πλήρες πρόγραμμα.
Εξαιρούνται εδώ και πάλι οι βαριές περιπτώσεις που προβλέπονται από το νόμο. Μέχρι τώρα, αυτό προβλεπόταν μόνο με την προϋπόθεση να είχε αναγνωριστεί η ιδιότητα του εξαρτημένου μέσα στο δικαστήριο. Αυτό ήταν πολύ σπάνιο, διότι αφενός η υποδομή στη χώρα μας σε αυτό τον τομέα δεν είναι επαρκής και αφετέρου οι προβλεπόμενες μέθοδοι δεν ήταν ιδιαίτερα αξιόπιστες και οι δικαστές πολύ επιφυλακτικοί.
2Ο δεύτερος άξονας είναι η επέμβαση στις ποινές. Οι ποινές που προβλέπονται στη χώρα μας για εγκλήματα σχετικά με ναρκωτικά είναι ιδιαίτερα αυστηρές. Αυτό που επιδίωξε η επιτροπή δεν ήταν μια γενική ελάφρυνση αλλά μια ελαστικοποίησή τους. Σε γενικές γραμμές δεν έχουν θιγεί τα ανώτατα όρια, αλλά έχουμε χαμηλότερα κατώτατα όρια, ώστε ο δικαστής να έχει λυμένα τα χέρια του να επιβάλλει ποινές εξατομικευμένες και ανάλογες με τη βαρύτητα της κάθε περίπτωσης. Με την επέμβαση που γίνεται τώρα στις ποινές πολλές περιπτώσεις διαχωρίζονται και γίνονται πλημμεληματικές, άρα οι κατηγορούμενοι δεν προφυλακίζονται.
3Ο τρίτος άξονας, και κατά τη γνώμη μου και τρίτος σε σημασία, είναι η αποποινικοποίηση της χρήσης. Δεν το θεωρώ πρωτεύον, διότι από χρόνια στη χώρα μας η χρήση ναρκωτικών από εξαρτημένους είναι απολύτως ατιμώρητη. Γενικά δεν έχουμε φυλακισμένους μόνο για χρήση, γι' αυτό και νομίζω ότι δεν είναι αυτό το κυρίαρχο ζήτημα. Εχει κυρίως συμβολική σημασία.
Ρωτήσαμε για το «κομβικό», για όσους θέλουν να το βλέπουν έτσι, ζήτημα της αποποινικοποίησης με το παράδειγμα του πετυχημένου πορτογαλικού μοντέλου. Είναι άλλο η αποποινικοποίηση της χρήσης και άλλο η νομιμοποίηση που έγινε στην Ολλανδία.
Η διάκριση είναι σωστή και σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες υπάρχει διαφορετικός όρος για την αποποινικοποίηση και διαφορετικός για τη νομιμοποίηση. Νομιμοποίηση σημαίνει ότι μια ουσία κυκλοφορεί ελεύθερα. Αυτό δεν συμβαίνει και δεν θα συμβεί και τώρα στη χώρα μας. Αποποινικοποίηση σημαίνει ότι κάποιος, ακόμα κι αν βρει με οποιοδήποτε τρόπο την ουσία που κυκλοφορεί παράνομα, δεν θα τιμωρηθεί για τη χρήση της, αλλά θα τιμωρηθεί για οποιαδήποτε πράξη διακίνησής της. Αυτό το καθεστώς εισάγεται τώρα. Ο τρόπος αντιμετώπισης του ζητήματος των διακινητών ήταν ανέκαθεν το κυρίαρχο ζήτημα.
Διακινητές δεν είναι μόνο αυτοί που συνήθως ονομάζονται από την κοινή γνώμη έμποροι ή και μεγαλέμποροι αλλά και αυτοί που ονομάζονται βαποράκια, δηλαδή όσοι διακινούν ναρκωτικά για να συντηρήσουν τη δική τους δυνατότητα να παίρνουν τη δόση τους, δηλαδή η μεγάλη πλειονότητα των κρατουμένων. Αναστέλλονται και οι εξοντωτικές οικονομικές ποινές για τους εξαρτημένους που καλύπτονται από τις νέες ρυθμίσεις.
Μέχρι σήμερα, στη διάταξη των ισοβίων για τα ναρκωτικά υπήρχε και αυτός που ήταν καθ' έξιν διακινητής αλλά κι εκείνος που ήταν υπότροπος διακινητής και μάλιστα με πλημμελήματα. Αυτά ήταν σοβαρά λάθη του νόμου, διότι καθ' έξιν διακινητής σε πλείστες περιπτώσεις ήταν και το βαποράκι στο οποίο όμως υπερέχει η ιδιότητα του αρρώστου από εκείνη του εγκληματία. Αυτό τώρα διορθώνεται και στις βαρύτερες ποινές που προβλέπονται δεν περιέχονται οι παραπάνω κατηγορίες. Στην περίπτωση των υπότροπων, αυτοί τιμωρούνται μεν βαρύτερα, αλλά μόνο όταν οι πράξεις τους είναι σοβαρά κακουργήματα.
Ο νόμος λοιπόν ετοιμάστηκε, οι ποινές μειώθηκαν, οι εξαρτημένοι αποκτούν απόλυτο δικαίωμα στη θεραπεία, οι θεραπευτικές δομές σχεδιάστηκαν, η Βουλή θα ψηφίσει. Ο υπουργός Υγείας θα το υλοποιήσει ή θα το θεωρήσει άλλη μια δημόσια σπατάλη;